Μερικοί άνθρωποι με “τυχερά γονίδια” ή συγκεκριμένο DNA μπορεί να έχουν πολύ μεγάλη προστασία έναντι του κορονοϊού μετά από τον εμβολιασμό, όπως λένε επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα άτομα με τύπο ενός γονιδίου που ονομάζεται HLA-DQB1*06 είχαν μεγαλύτερη απόκριση αντισωμάτων μετά τον εμβολιασμό. Σημειώνεται πως περίπου το 30 έως 40% του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου έχει αυτόν τον τύπο γονιδίου.
Οι ειδικοί σημειώνουν εντούτοις ότι τα εμβόλια είναι ο καλύτερος τρόπος για να προστατευτούν οι άνθρωποι από τον Covid και συνιστούν να γίνονται οι επαναληπτικές δόσεις για την ενίσχυση της ανοσίας.
Τι έδειξε η μελέτη
Οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα αίματος από άτομα που συμμετείχαν σε πέντε διαφορετικές δοκιμές, συμπεριλαμβανομένων 1.600 ενηλίκων που το πρώτο εμβόλιο που έκαναν ήταν είτε της AstraZeneca είτε το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech.
Αυτό που βρήκαν ήταν ότι οι άνθρωποι που έφεραν την εν λόγω παραλλαγή του γονιδίου ήταν πιο πιθανό να έχουν υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων – πρωτεϊνών που αναγνωρίζουν και “επιτίθενται” στον κορονοϊό σε σχέση με άτομα που είχαν άλλες εκδοχές του γονιδίου.
Η μελέτη παρακολούθησε επίσης μια ομάδα συμμετεχόντων που έκαναν εβδομαδιαία τεστ Covid για περισσότερο από ένα χρόνο μετά το πρώτο τους εμβόλιο.Διαπίστωσαν ότι όσοι είχαν την παραλλαγή του γονιδίου είχαν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν σοβαρή λοίμωξη κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου.
Οι επιστήμονες αναγνωρίζουν βέβαια ότι πολλοί άλλοι παράγοντες συμβάλλουν στον κίνδυνο εμφάνισης Covid, συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας, τυχόν υποκείμενων νοσημάτων, αλλά και της έκθεση στον κορονοϊό, για παράδειγμα μέσω της εργασίας τους. Λένε όμως ότι η γενετική εξακολουθεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο.
“Ελπίζουμε ότι τα ευρήματά μας θα μας βοηθήσουν να βελτιώσουμε τα εμβόλια στο μέλλον, ώστε όχι μόνο να μας εμποδίσουν από το να αναπτύξουμε σοβαρή ασθένεια, αλλά και να μας κρατήσουν χωρίς συμπτώματα για όσο το δυνατόν περισσότερο”, σημείωσε ο ΔρAlexanderMentzer, επικεφαλής ερευνητής στη μελέτη.
“Από αυτή τη μελέτη έχουμε στοιχεία ότι η γενετική μας σύνθεση είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους μπορεί να διαφέρουμε μεταξύ μας ως προς την ανοσολογική μας απόκριση μετά τον εμβολιασμό κατά της Covid-19”, σημείωσε ο καθηγητής JulianKnight.
“Χρειάζεται περαιτέρω δουλειά για την καλύτερη κατανόηση της κλινικής σημασίας αυτής της συγκεκριμένης συσχέτισης”, πρόσθεσε. “Και γενικότερα για το τι μπορεί να μας πει ο προσδιορισμός αυτής της παραλλαγής γονιδίου σχετικά με το πώς δημιουργούνται αποτελεσματικές ανοσολογικές αποκρίσεις και για να βρούμε τρόπους ώστε να συνεχίσουμε να βελτιώνουμε τα εμβόλια για όλους”.