Στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας κατέθεσε η Δέσποινα Σαββόγλου για τη γνωστή υπόθεση της μητέρας από την Πάτρα. Η ψυχολόγος που μελέτησε τις ζωγραφιές του 9χρονου κοριτσιού και συνομίλησε τους γονείς του έκανε μία προσπάθεια αποκωδικοποίησης των όσων βίωνε η οικογένεια στην καθημερινότητα της.
«Μου έκανε εντύπωση στην έκθεση της νηπιαγωγού της Τζωρτζίνας…τότε μόλις είχε χαθεί η Μαλένα. Περιέγραψε ένα παιδί που βίωνε την απώλεια της αδελφής της έντονα, ζητούσε από τη δασκάλα να της κρατά το χέρι, της έλεγε για την αδελφή της, την αναζητούσε. Για να αναζητά ένα παιδί μια μητρική φιγούρα, ενώ υπάρχει η μαμά και ο μπαμπάς στο σπίτι… το έκανε για να βρει ανακούφιση στα συναισθήματα που είχε» σημείωσε η ψυχολόγος εξηγώντας πως αυτό ερχόταν σε αντιδιαστολή με όσα ανάφεραν οι δυο γονείς που υποστήριξαν ότι δεν υπήρξαν εκφράσεις συναισθήματος του παιδιού με το πένθος.
«Μου μεταφέρθηκε από το διευθυντή ότι η Τζωρτζίνα ένιωθε την ανάγκη να του κάνει παρέα γιατί ήταν μόνος του στα διαλείμματα. Όταν τα παιδάκια θέλουν να βγουν έξω να παίξουν. Αυτό λέγεται προβολή. Η ίδια ένιωθε μοναξιά και σκεφτόταν ότι έτσι νιώθει ο διευθυντής της και ήθελε να του κάνει παρέα» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Η μάρτυρας στάθηκε και σε μια ζωγραφιά της Τζωρτζίνας όπου η Μαλένα απεικονίζεται ως αγγελάκι στη μια όψη και στην άλλη με μουτζουρωμένο πρόσωπο. Όπως είπε η μάρτυρας, ο πατέρας της είπε πως κάποια ψυχολόγος είχε συμβουλεύσει τη Ρούλα Πισπιρίγκου να λέει στο παιδί ότι η Μαλένα και η Ίριδα έγιναν αγγελάκια να την προστατεύσουν. «Αυτό μου έκανε εντύπωση να δόθηκε ως συμβουλή από συνάδελφο. Υπάρχει αντίστροφη ρόλων εδώ. Οι γονείς είναι η ασπίδα, όχι ένα νεκρό παιδί», εξήγησε η μάρτυρας.
Πρόεδρος: Είπατε για διεργασία πένθους, ποια είναι;
Μάρτυρας: Δεν είναι όλες οι διαδικασίες ετικέτες που θα τις κολλήσουμε σε όλους. Όμως όταν υπάρχουν παιδιά… Και οι δυο γονείς μετέφεραν τον τρόπο που το παιδί αποχαιρέτησε τις αδελφές της. Αυτό ήταν ιδιαίτερα κακό. Επισκέφτηκε τις αδελφές της στα γραφεία τελετών. Αυτό θα ήταν σκληρό για ενήλικα! Από τους δυο γονείς αυτό που περιγράφηκε ήταν να αντικατασταθεί αυτό που χάθηκε και όχι να βιωθεί, αλλά η πρώτη διαδικασία έναρξης του πένθους είναι να βιωθεί. Αν οι γονείς πάνε κατευθείαν σε αντικατάσταση δε μπαίνουμε καν στην είσοδο της επεξεργασίας του πένθους.
Απαντώντας στο αν η Τζωρτζίνα εκδήλωνε τα συναισθήματα της, η μάρτυρας εξήγησε πως δεν υπάρχει παιδί που δεν το κάνει. «Όχι να τα λεκτικοποιήσει… από τους γονείς είχα αντιφατικά μηνύματα. Η μητέρα είπε ότι η Τζωρτζίνα δεν ζωγραφίζει και είναι του χορού και έχει όλες κι όλες 10 ζωγραφιές. Ο πατέρας και τα σχολεία είπαν ότι ζωγράφιζε πολύ και της άρεσε. Ο πατέρας είπε ότι η μητέρα έκανε εκκαθάριση στο σπίτι και πετάχτηκαν οι ζωγραφιές».
Πρόεδρος: Πως σας περιέγραψε τη σχέση της με τη Τζωρτζίνα;
Μάρτυρας: Μου την περιέγραψε ως το αγαπημένο παιδί του πατέρα, γεγονός που της άρεσε.
Πρόεδρος: Σας ρώτησα για τη σχέση τους;
Μάρτυρας: Δεν μου είπε πράγματα σχετικά με αυτό. Ρώτησα αλλά δεν υπήρχε χώρος να γίνουν πολλά πράγματα. Δεν υπήρχε μόνιμος χρόνος μοιράσματος. Όλες οι ερωτήσεις κατέληγαν σε εκείνη ή τη σχέση με το σύζυγο της.
Κατά την ψυχολόγο, η 34χρονη μητέρα αδυνατούσε να συγκεντρωθεί στα μωρά της εξαιτίας των προσωπικών ζητημάτων με τον πατέρα».
Ξεχωριστό κεφάλαιο, όπως ήταν αναμενόμενο αφορούσαν οι συναντήσεις της μάρτυρος με την κατηγορούμενη μέσα στη φυλακή κατά τη διάρκεια των οποίων εισέπραξε ότι την είχε κατακυριεύσει το συναίσθημα αδικίας. «Μου μίλησε για αδικία που την έπνιγε επειδή ήταν άδικα στη φυλακή. Μου είπε επίσης ότι δεν πρόλαβε να βιώσει το πένθος για την Ίριδα και τη Τζωρτζίνα. Είπε ότι νιώθει μόνη, ότι πνίγεται από το δίκιο. Αναφέρθηκε σε δημοσιογράφους και εκπομπές που προβάλλουν την υπόθεση της και η ίδια κλεισμένη δε μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της και τα παιδιά της» είπε.
Ένα από τα περιστατικά που αφηγήθηκε η μητέρα στην ψυχολόγο αφορούσε παλαιότερες καταστάσεις που είχαν συμβεί με πρωταγωνιστές τον παππού και τη γιαγιά της και έχουν καταγραφεί στο ιστορικό της οικογένειας.
Περιέγραψε έναν στραγγαλισμό με έναν τρόπο αρκετά ιδιαίτερο. Τον συνέδεσε με τα τρυφερά συναισθήματα του παππού προς τη γιαγιά και την αγωνία του ότι θα τον εγκαταλείψει. Το συναίσθημα της εγκατάλειψης υπάρχει γενικά στα λόγια της. Περιέγραφε τον πνιγμό με τρυφερά λόγια. Στη συνέχεια της αφήγησης της τελικά τον συγχώρεσε γιατί έτσι της μεταφέρθηκε από τους παππούδες.
Κρατούσε έξω ένα κομμάτι της εξωτερικής πραγματικότητας γιατί ο πατέρας της έμεινε ορφανός από μητέρα και χωρίς πατρική φροντίδα αφού μπήκε στη φυλακή ο πατέρας του. Αυτός ο τρόπος λειτουργίας της επηρέασε και τον τρόπο που μεγάλωσε τα παιδιά της» ανέφερε.
Εισαγγελέας: Από τις συνεδρίες με τους γονείς καταλάβατε αν τον ρόλο τους τον είχαν συνειδητοποιήσει;
Μάρτυρας: Δεν ένιωσα πως υπήρχε διαλεκτική για τις ανάγκες των παιδιών τους;
Εισαγγελέας: Το ρόλο της μάνας τον αντιλήφθηκε ποτέ;
Μάρτυρας: Θα πω ναι, αλλά με ένα δικό της τρόπο. Την ενδιέφερε το ζευγάρι και η σχέση μεταξύ τους. Η εγκυμοσύνη της Ίριδας προγραμματίστηκε ως δεύτερη ευκαιρία στο γάμο τους.
Εισαγγελέας: Είχε το συναίσθημα να πενθήσει;
Μάρτυρας: Έχει το δικό της τρόπο και μηχανισμούς να σκέφτεται και να νιώθει πράγματα για όσα συμβαίνουν. Είναι μηχανισμοί που δε διευκολύνουν το ρόλο της ως μητέρα έτσι ώστε να φροντίσει με ένα καλό τρόπο τα παιδιά για να καλυφθούν. Κάποιες ψυχικές διεργασίες δεν την έχουν διευκολύνει. Θεωρώ ότι δεν ήταν τυχαία η πρόταση μου γι περαιτέρω εξέταση από ειδικούς. Και η ίδια πρέπει να φροντιστεί.
Εισαγγελέας: Σε τι να φροντιστεί;
Μάρτυρας: Όλοι χρειαζόμαστε φροντίδα σε δύσκολες καταστάσεις.
Στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε και ο νοσηλευτής Νίκος Γκότσης, που είχε καταθέσει στην ανάκριση ότι η 34χρονη τον ρωτούσε αν το νοσοκομείο έχει κάμερες.
«Ήμουν λιγότερο από ένα μήνα στη κλινική. Δε χορηγούσα φάρμακα, έπαιρνα μόνο ζωτικά σημεία. Στις 28/1 το πρωί, μπήκα στο θάλαμο και πήρα πίεση. Ήταν φυσιολογική με βάση την ηλικία. Δέχθηκα από μητέρα ερώτηση εάν κλινική έχει κάμερες. Μου φάνηκε περίεργο, στις κλινικές δεν υπάρχουν κάμερες, υπάρχουν προσωπικά δεδομένα. Αυτό ήταν. Στη συνέχεια βγήκα από το θάλαμο. Την επόμενη δεν είχα βάρδια» είπε ο μάρτυρας.