Στην Αλβανία σήμερα θα πουν το τελευταίο αντίο στην 6χρονη Αμέλια που πνίγηκε στην παραλία Καλαμάκι στην Κόρινθο.
Ο πατέρας της, με τον οποίο είχαν πάει μαζί για μπάνιο, μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, όμως τα ερωτήματα για τις συνθήκες θανάτου του κοριτσιού παραμένουν. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει έως τώρα γνωστά ήταν φαγωμένο και άρα επικίνδυνο να μπει στη θάλασσα, αλλά και όταν ανασύρθηκε δεν έφερε περιβολή μπάνιου θαλάσσης αλλά φορούσε ρούχα και παπούτσια.
Ο πατέρας ο οποίος όπως είπε, δεν βούτηξε για να τη σώσει επειδή έχει άσθμα, δεν θα είναι παρών στην κηδεία του 6χρονου κοριτσιού.
«Φώναξα αλλά δεν με άκουσαν»
Ο ίδιος μιλώντας μέσω του συνηγόρου του, δηλώνει ότι φώναξε αλλά δεν ακούστηκε λόγω του άσθματος.
«Εγώ φώναξα βοήθεια, αλλά ενδεχομένως δεν μ΄ άκουσαν. Πάσχω από άσθμα και δεν είναι δυνατή η ένταση της φωνής μου», είπε ο 42χρονος.
Περιγράφοντας τι έγινε στη συνέχεια, που έφυγε από το σημείο, είπε: «Όταν πήγα στο σπίτι δεν άλλαξα ρούχα. Στην παραλία φόρεσα τη μπλούζα και γι΄ αυτό ήταν βρεγμένη μέχρι τη μέση. Αυτό μπορεί να γίνει, όταν ακουμπάει η μπλούζα στο βρεγμένο σορτσάκι. Το υπόλοιπο μέρος από το μπλουζάκι δεν ήταν απολύτως στεγνό, είχε την υγρασία του σώματος».
Όπως λέει ο ίδιος, αγαπούσε πολύ την 6χρονη κόρη του και δε θα του έκανε κακό: «Το παιδί μου έδινε δύναμη, ήταν όλη μου η ζωή. Έφυγε η ψυχή μου, έφυγε η καρδιά μου. Έχασα τον κόσμο κάτω από τα πόδια μου. Γι΄ αυτό το παιδί ζούσα».
«Έχω δώσει την κατάθεσή μου. Δεν είμαι σε κατάσταση σήμερα που φεύγει το παιδί και πάει στη χώρα μου να την κηδεύσουν και δεν είμαι σε θέση να πω τίποτα, τα έχω χαμένα. (…) Δεν ξέρω τι ώρα είναι η κηδεία αύριο. Εμένα μου απαγόρευσαν να πάω στο παιδί μου.
»Με τη σύζυγο δεν έχουμε πρόβλημα. Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Η αλήθεια είναι ότι εγώ το παιδί το έπαιρνα έναν μήνα συνέχεια. Το έπαιρνα το απόγευμα. Ερχόμουν από τη δουλειά και την έπαιρνα. Το παιδί μού έδινε δύναμη, ήταν η δύναμή μου. Πάει η ψυχή μου», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Τα ερωτήματα παραμένουν
Την ίδια στιγμή πάντως τα ερωτήματα παραμένουν για τις συνθήκες θανάτου της μικρής.
«Το παιδί, το βγάλαμε με ρούχα. Ρούχα κανονικά, σορτσάκι, μπλουζάκι, πεδιλάκια, που πάει το παιδί βόλτα, σχολείο, στην παιδική χαρά», δήλωσε ο ψαροντουφεκάς Πάυλος Μπουνάς, που εντόπισε το παδί στο MEGA.
Σε αυτή την απορία, απάντησε ο 42χρονος πατέρας, δηλώνοντας στην κατάθεσή του ότι η μικρή Αμέλια δεν είχε μαζί της μαγιό, «γιατί η μαμά της είχε ξεχάσει να της το βάλει στα πράγματά της, αλλά η μικρή επέμενε» κι έτσι πείστηκε.
Όσο για τα παπούτσια, όπως κατέθεσε, η μικρή τα φορούσε στη θάλασσα γιατί είχε αχινούς.
«Άφησε το παιδί να πνίγεται και πήγε να βρει φορτιστή;»
«Δεν μπορώ να ξέρω πόση ώρα μπορεί να έμεινε το παιδί στο νερό. Θα μπορούσε να είναι από 20 λεπτά, αλλά μέχρι και ώρα, ή ώρες. Δεν μπορώ να το πω εγώ αυτό. Αλλά όταν τράβηξα το παιδί στην επιφάνεια και το έβγαλα έξω, το παιδί ήταν μπλε και προφανώς ήταν νεκρό, κάτι που διαπιστώθηκε αργότερα από τους διασώστες και το νοσοκομείο», προσέθεσε ο κ. Μπουνάς, μιλώντας στο Live News.
Και προσέθεσε χαρακτηριστικά: «Εγώ όμως, αυτό που δεν μπορώ να εξηγήσω στον εαυτό μου είναι το πώς ένας πατέρας άφησε το παιδί του μέσα στο νερό, έφυγε και πήγε να φορτίσει το κινητό του για να πάρει τηλέφωνο και να ζητήσει βοήθεια. Δηλαδή, δεν μπορούσε να πέσει στο νερό και να το τραβήξει, δεν μπορούσε και να πάει σε κάποιο κοντινό σπίτι και να φωνάξει βοήθεια;», αναρωτήθηκε ο ψαροντουφεκάς, εκφράζοντας απορίες και ερωτήματα που ήδη ερευνούν οι Αρχές.
«Ο πατέρας του παιδιού δεν υπήρχε εκεί πέρα, δεν ήταν καν κάποιος συγγενής του παιδιού εκεί, τίποτα, κανείς. Το παιδί ήταν μόνο του παρατημένο, μέσα στην θάλασσα, μέσα στο νερό. Η πρώτη δικαιολογία που είπε και στον αστυνομικό και σε εμάς βέβαια, ήταν ότι έφυγε γιατί δεν είχε μπαταρία, είχε κλείσει το τηλέφωνο του, να ενημερώσει κάποιον», λέει ο ψαροντουφεκάς.
«Τα ρούχα του ήταν στεγνά»
Χαρακτηριστικά, ο Παύλος Μπουνάς στάθηκε στο γεγονός ότι πατέρας και παιδί έτρωγαν πολύ μακριά από το σημείο όπου σημειώθηκε ο πνιγμός, αλλά και ότι όταν επέστρεψε ο πατέρας, τα ρούχα του ήταν στεγνά:
«Εγώ δεν μπορώ να καταλάβω πώς ένας γονιός που ξέρει ότι το παιδί του έχει φάει, μπορεί στη συνέχεια να το πάει για μπάνιο. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι ενώ έτρωγαν σε μια ταβέρνα στα Ίσθμια, όπου υπήρχε τόσος κόσμος τριγύρω, αποφάσισε να οδηγήσει 6-7 χιλιόμετρα και να πάει σε μια απομακρυσμένη παραλία, όπου εκείνη την ώρα δεν υπήρχε κανείς. Άλλες παραλίες που ήταν πιο κοντά από το σημείο που έτρωγαν είχαν κόσμο. Θα μπορούσαν να είχαν βοηθήσει να σωθεί το παιδί».