Η νεαρή φοιτήτρια εξαφανίστηκε στις 13 Δεκεμβρίου και εντοπίστηκε από τις Αρχές πέντε μέρες αργότερα – Ο φερόμενος ως απαγωγέας και βιαστής της υποστηρίζει ότι την έδενε στο πλαίσιο ερωτικού «παιχνιδιού ρόλων» και ότι οι επαφές τους ήταν συναινετικές
Το «λάθος» του φερόμενου απαγωγέα της Γιούτα να επιτρέψει στο θύμα του να στείλει ένα «ύποπτα» ασαφές μήνυμα στους δικούς της, λέγοντας απλά ότι τους αγαπάει, ήταν πιθανώς εκείνο που οδήγησε στη σύλληψή του και στη διάσωση της νεαρής κοπέλας που πέρασε πέντε εφιαλτικά 24ωρα στα χέρια του.
Η Μάντελιν Άλεν, φοιτήτρια στο Snow College, εθεάθη για τελευταία φορά να φεύγει από την εστία όπου διέμενε στις 13 Δεκέμβρη, στις 21.22. Γύρω στις 7 το επόμενο πρωί, η 19χρονη έστειλε ένα μήνυμα σε έναν από τους γονείς της, γράφοντας «Σας αγαπώ»…
Σύμφωνα με νομικά έγγραφα που εξασφάλισε το People, αυτό το μήνυμα ήταν εκείνο που κινητοποίησε τους γονείς της Άλεν να επικοινωνήσουν άμεσα με την αμερικανική εταιρεία τηλεπικοινωνιών Verizon και να μάθουν ότι το μήνυμα εστάλη από την μικρή κωμόπολη Λόα, αρκετά χιλιόμετρα από τον τόπο διαμονής της κόρης τους. Αμέσως στο μυαλό τους σήμανε συναγερμός, αφού ήξεραν ότι η νεαρή κοπέλα δεν είχε πρόσβαση σε όχημα. Επιπλέον, το ίδιο το περιεχόμενο του μηνύματος, που δεν περιείχε καμία άλλη πληροφορία εκτός από αυτήν την έκφραση αγάπης, φάνηκε εξαιρετικά ύποπτο στους γονείς του κοριτσιού…
«Νομίζω ότι το βρήκαν κάπως παράξενο επειδή ήταν μόνο αυτή η φράση», δήλωσε στο αμερικανικό site ο επαρχιακός εισαγγελέας του Σανπίτ, Κέβιν Ντάνιελς.
Με αφετηρία αυτό το μήνυμα και τη δήλωση εξαφάνισης των γονιών της Άλεν, οι Αρχές σύντομα ανακάλυψαν στον αριθμό του κινητού της κοπέλας μηνύματα «που η φύση τους άφηνε την εντύπωση ότι μπορεί να είχε εκτεθεί σε άτομα με επικίνδυνες προθέσεις και κίνητρα».
Θέτοντας στο επίκεντρο των ερευνών του της Λόα, οι αστυνομικοί ξεκίνησαν μια μεγάλης κλίμακας έρευνα, αναζητώντας πόρτα-πόρτα την αγνοούμενη έφηβη.
Όταν έφτασαν στο σπίτι όπου διέμενε ο 39χρονος απαγωγέας της νεαρής, και πριν χτυπήσουν το κουδούνι, οι αστυνομικοί έριξαν μια ματιά στο παράθυρο του υπογείου και είδαν «μια μικροκαμωμένη γυναίκα με ανοιχτόχρωμα μαλλιά». «Είτε πιστεύετε ή όχι στη θεϊκή παρέμβαση, εγώ προσωπικά πιστεύω ότι παρενέβη μια ανώτερη δύναμη», είπε ο Ντάνιελς αναφερόμενος στις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η σύλληψη.
Ο κάτοικος του σπιτιού, που αργότερα ταυτοποιήθηκε ως Μπρεντ Μπράουν είπε στους αστυνομικούς ότι ήταν μόνος του στο σπίτι και αρνήθηκε να τους αφήσει να μπουν να ψάξουν. Ωστόσο οι Αρχές εξασφάλισαν τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη της οικίας να μπουν μέσα και λίγη ώρα μετά, ανακάλυψαν το κορίτσι γυμνό, κάτω από ένα σωρό με κάρβουνα.
To ιστορικό της υπόθεσης
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, η Άλεν είχε γνωρίσει τον Μπράουν online σε ένα chat group και κανόνισε να περάσει να την πάρει από την φοιτητική της εστία στις 13 Δεκεμβρίου. Κάμερες κατέγραψαν τη νεαρή κοπέλα να αποχωρεί από τον κοιτώνα της κρατώντας μια πλαστική σακούλα. Οι συμφοιτητές της δήλωσαν την εξαφάνισή της την επόμενη ημέρα, όταν είδαν ότι δεν είχε επιστρέψει.
Τις ημέρες που κρατούσε με τη βία τη 19χρονη κοπέλα σπίτι του, ο 39χρονος γινόταν προοδευτικά όλο και πιο βίαιος, σύμφωνα με την μαρτυρία της. Στις 14 Δεκέμβρη επέτρεπε στην νεαρή να στείλει ένα μήνυμα στους δικούς της, όμως στη συνέχεια πήρε το κινητό και το πορτοφόλι της, προκειμένου να διασφαλίσει ότι δεν θα μπορούσε να αποδράσει. Όταν έφευγε για να πάει στη δουλειά έδενε το κορίτσι, ενώ την είχε απειλήσει ότι αν τον εγκατέλειπε ή έλεγε σε οποιονδήποτε τι είχε συμβεί, θα έκανε κακό στην οικογένειά της.
Ο ίδιος ο Μπράουν μετά τη σύλληψή του είπε ότι γνώρισε τους ερευνητές σε ένα chat group για το σεξουαλικό φετίχ bondage (ερωτικό δέσιμο) και ότι το διάστημα που έμεινε σπίτι του οι σχέσεις τους ήταν συναινετικές. Δικαιολόγησε μάλιστα ότι την έδενε όταν έφευγε για τη δουλειά λέγοντας ότι ήταν στο πλαίσιο ενός ερωτικού «παιχνιδιού ρόλων», και ότι η κοπέλα αν και δεμένη είχε πρόσβαση σε φαγητό και στο μπάνιο.
Η ίδια η κοπέλα είπε στις Αρχές μετά τη διάσωσή της ότι ο Μπράουν τη βίαζε αρκετές φορές καθημερινά και ότι εκείνη δεν ήθελε καμία επαφή μαζί του, ωστόσο φοβόταν να αποδράσει γιατί την είχε απειλήσει ότι θα κάνει κακό στην αδελφή της ή σε κάποιο άλλο μέλος της οικογένειάς της, αφού γνώριζε τη διεύθυνση του σπιτιού της. Μετά από πέντε αγωνιώδεις ημέρες, οι ερευνητές που είχαν αναλάβει την υπόθεση κατάφεραν να εντοπίσουν το σπίτι όπου κρατείτο η αγνοούμενη κοπέλα, σε μια μικρή πόλη 500 κατοίκων που ονομάζεται Λόα. Όταν του χτύπησαν την πόρτα οι αστυνομικοί, ο Μπράουν άνοιξε και ισχυρίστηκε ότι ήταν μόνος. Λίγη ώρα αργότερα, η Άλεν βρέθηκε στο υπόγειο του σπιτιού, γυμνή και καλυμμένη με κάρβουνα.
Με πληροφορίες από People, New York Post