«Έκαναν λάθη, έμειναν πολλή ώρα μέσα στο σπίτι, πάλεψαν με το θύμα, δεν υπολόγισαν πως άφησαν πίσω τους στοιχεία και όλα αυτά από τη μανία τους να βρουν τα λεφτά», ανέφερε πηγή της Αστυνομίας σχετικά με τους δράστες του φρικτού φονικού στα Γλυκά Νερά τα ξημερώματα της Τρίτης.
Η Αστυνομία έχει εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψη των δολοφόνων – ληστών, οι οποίοι σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες είναι μέλη μίας εκ των σκληρότερων συμμοριών που δρα στη βορειοανατολική Αττική.
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το προφίλ των αδίστακτων εισβολέων έδωσε profiler της Ελληνικής Αστυνομίας μιλώντας στο «Πρώτο Θέμα»:
«Οι τρεις ληστές είναι επαγγελματίες. Έχουν αυτό που λέμε παραβατικό παρελθόν. Δηλαδή είναι σεσημασμένοι, πέρασαν από τις φυλακές και όπως φάνηκε είναι άτομα με έντονο αντικοινωνικό στοιχείο και παντελή έλλειψη συναισθημάτων. Το ειδεχθές της πράξης συνίσταται πρωτίστως στις συνθήκες της ανθρωποκτονίας και δευτερευόντως στον μηχανισμό του θανάτου. Δηλαδή, ενώ είχαν όπλα χρησιμοποίησαν τα χέρια τους.
Στον ασφυκτικό θάνατο όπου υπάρχει παρατεταμένη σωματική επαφή οι δράστες έχουν τη δυνατότητα να υποχωρήσουν. Όμως δεν το έκαναν και άφησαν την πράξη να εξελιχθεί μέχρι την ολοκλήρωση της.
Και αυτό δείχνει ξεκάθαρα την πρόθεση τους να σκοτώσουν. Σε μια ληστεία, το ζητούμενο είναι τα χρήματα. Το έγκλημα είναι περιττό για την πραγμάτωση αυτού του σκοπού. Δεν ήταν απαραίτητη προϋπόθεση να σκοτώσουν για την επίτευξη του στόχου. Και αυτή είναι μια ληστεία αποτυχημένη. Πήραν τα χρήματα, φορτώθηκαν όμως μια ανθρωποκτονία. Ένα κακούργημα που θα τους στείλει για πολλά χρόνια πίσω από τα κάγκελα».
Ο σύζυγος της δολοφονημένης 20χρονης, στην κατάθεσή του έκανε λόγο για έναν κοντό και δύο ψηλότερους άνδρες, εκ των οποίων οι δύο μιλούσαν καλά ελληνικά και ο τρίτος μία γλώσσα που ο ίδιος δεν κατάφερε να αναγνωρίσει. Όπως κατέθεσε, οι τρεις τους είχαν ένα πιστόλι και ένα περίστροφο.
Την ίδιο ώρα, οι Αρχές έχουν στη διάθεσή τους ένα σημαντικότατο στοιχείο από κάμερα ασφαλείας, η οποία κατέγραψε ύποπτο άνδρα έξω από το σπίτι της οικογένειας κατά τη διάρκεια της εισβολής.