Ποινή φυλάκισης 3,5 ετών χωρίς αναστολή και χωρίς ανασταλτική δύναμη στην έφεση επέβαλε το μονομελές αυτόφωρο Πλημμελειοδικείο στον 58χρονο ιδιοκτήτη ψητοπωλείου που συνελήφθη την Τρίτη το πρωί στα Χανιά με το όπλο γεμισμένο και σηκωμένο τον κόκκορα.
Αμέσως μετά την εκδίκαση της υπόθεσης το μεσημέρι της Παρασκευής, ο 58χρονος πήρε τον δρόμο για τη φυλακή, καθώς το δικαστήριο έκρινε πως είχε αποφασίσει να σκοτώσει την σύζυγό του ενώ αστυνόμος που χειρίστηκε την υπόθεση σχολίασε χαρακτηριστικά σύμφωνα με την ιστοσελίδα, zarpanews.gr πως «προλάβαμε ακόμη μία γυναικοκτονία».
Αυτό που βάρυνε ιδιαίτερα στην απόφαση για άμεση έκτιση της ποινής χωρίς αναστολή, ήταν το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος, φεύγοντας από το σπίτι του το πρωί της Τρίτης, άφησε στον γιο του την χρεωστική του κάρτα μαζί με ένα σημείωμα που αποκάλυπτε τον κωδικό pin αλλά και κάποια σημεία όπου υπήρχαν μετρητά μέσα στο σπίτι ενώ ανατριχίλα στο ακροατήριο προκάλεσε η αναφορά του εισαγγελέα της έδρας στο περιεχόμενο του σημειώματος που έγραφε:
«Φεύγω. Πάω να κανονίσω έναν λογαριασμό, να προσέχεις τον αδερφό σου».
Από τη μεριά του ο 58χρονος υποστήριξε πως η πρόθεσή του ήταν να δώσει τέλος στη ζωή του όχι να σκοτώσει την σύζυγό του ενώ σε ερώτηση του εισαγγελέα «και γιατί δεν αυτοκτονήσατε μέσα στο σπίτι σας αλλά κάνατε βόλτες;» απάντησε πως ήθελε πρώτα να σκεφτεί. Νωρίτερα, ο δικηγόρος του είχε ζητήσει να δοθεί αναβολή στην υπόθεση ώστε ο κατηγορούμενος να εξεταστεί από ψυχίατρο, κάτι που δεν έγινε δεκτό από το δικαστήριο.
«Δεν με άφηνε να πάω μόνη μου ούτε στο σούπερ μάρκετ»
Στα γεγονότα εκείνης της ημέρας αναφέρθηκε η σύζυγός του, με την οποία είναι μαζί 37 χρόνια και έχουν αποκτήσει δύο παιδιά. Όπως είπε, τη Δευτέρα έπαθε ένα ξαφνικό λουμπάγκο που την ακινητοποίησε και έπειτα από χρόνια χρειάστηκε να μείνει την Τρίτη το πρωί μόνη της στο σπίτι αντί να τον συνοδεύσει στην οικογενειακή τους επιχείρηση, ένα οβελιστήριο – ψητοπωλείο όπου εργάζονταν και οι δύο.
«Έμεινα μόνη μου να ξεκουραστώ. Τον τελευταίο χρόνο το μαρτύριό μου ήταν απερίγραπτο. Είναι ένας πάρα πολύ κακός άνθρωπος. Όταν στρεσαριζόταν με κλωτσούσε. Ειδικά τον τελευταίο χρόνο δεν μπορούσα να πάω πουθενά ζήλευε ότι παντού θα υπάρχει ένας άνδρας ή ένας εραστής.
«Μετά άρχισε να μαζεύει και όπλα. Άρχιζε να μου δείχνει τι κάνει το κάθε όπλο, πώς χρησιμοποιείται και πώς σκοτώνει. Φοβόμουν πολύ. Παντού πηγαίναμε μαζί και γυρίζαμε μαζί, ούτε σούπερ μάρκετ δεν πήγαινα μόνη μου, δεν με άφηνε» τόνισε και συνέχισε εξηγώντας ότι είχε κάνει απόπειρα να χωρίσει, φεύγοντας από το σπίτι αλλά εκείνος την έπεισε για το καλό των παιδιών να επιστρέψει.
«Εκείνη την ημέρα το πρωί πριν φύγει άρχιζε να με βρίζει να με απειλεί ότι θα με σκοτώσει ότι και θα σκοτωθεί κι αυτός. Μετά έφυγε κι εγώ πήρα τη μεγάλη απόφαση. Ξεκίνησα να πάω στην αστυνομία να ζητήσω βοήθεια. Έκανα ένα βήμα και μπροστά και πέντε πίσω» τόνισε.
Το στιφάδο…
Στο μεταξύ την ίδια ώρα και ενώ η παθούσα ήδη είχε απευθυνθεί στο τμήμα ενδοοικογενειακής βίας, το 100 δέχτηκε μία κλήση από το παιδί τους που τους ενημέρωνε ότι ο πατέρας του είχε κλείσει το μαγαζί και έψαχνε τη μητέρα του για να την σκοτώσει.
Όπως αποκαλύφθηκε, όσο η γυναίκα βρισκόταν στην αστυνομία, εκείνος την καλούσε στο κινητό γιατί δεν θυμόταν, όπως είπε, τη συνταγή για το στιφάδο καθώς εκείνη ήταν υπεύθυνη για τα μαγειρευτά φαγητά του καταστήματος.
«Την πήρα για το στιφάδο να μου δώσει τη συνταγή. Την έπαιρνα στο κινητό και το είχε κλειστό. Πήρα τον γιο μας και μου είπε ότι η μαμά έφυγε» ανέφερε στην απολογία του. Στη συνέχεια, πήγε στο σπίτι, πήρε το όπλο και αφού άφησε το σημείωμα έφυγε, για να συλληφθεί λίγη ώρα αργότερα από την αστυνομία, με το όπλο γεμάτο και οπλισμένο.
Στην κατοχή του βρέθηκαν:
Πιστόλι με γεμιστήρα
Κυνηγετικό όπλο
153 φυσίγγια διαφόρων τύπων και διαμετρημάτων
Βαλλίστρα με πέντε βέλη και εξάρτημα φακού
Αναδιπλούμενο μαχαίρι
Ο ίδιος δικαιολόγησε την ύπαρξη των όπλων λέγοντας πως είναι κειμήλια του πατέρα του.
Η απόφαση
Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος όπως κατηγορούταν για ενδοοικογενειακή απειλή, για ενδοοικογενειακή απειλή γενετήσιας αξιοπρέπειας, και για οπλοφορία και του επιβλήθηκε κατά συγχώνευση ποινή 3,5 ετών.