Προέρχεσαι από ένα αμιγώς καλλιτεχνικό σπίτι, οπότε ήσουν πιο προετοιμασμένη για τα παρασκήνια.
Δεν θυμάμαι, την εποχή που ήμουν μικρή, να ακούγονταν μέσα στο σπίτι μου τέτοιες ιστορίες. Ήταν πολύ διαφορετικές οι κουβέντες, ήταν αλλού προσανατολισμένα τα πράγματα.
Ήταν μονόδρομος να γίνεις ηθοποιός; Εντέλει, ναι.
Δεν είχες σκεφτεί ποτέ να γίνεις κάτι άλλο; Ήμουν παιδί που είχε διάφορες κλίσεις, με ενδιέφεραν πολύ η ιστορία και η λογοτεχνία. Θα μπορούσα ίσως να είχα ακολουθήσει αυτόν το δρόμο -κι έπαιξε ως εκδοχή ένα διάστημα-, αλλά ήταν πολύ ισχυρός ο επηρεασμός που δέχθηκα. Έτσι κι αλλιώς, η αγάπη μου για τη λογοτεχνία πραγματωνόταν με ένα διαφορετικό τρόπο στο θέατρο. Οπότε, ναι, ήταν σαν μονόδρομος.
Μέσα από λόγια σου κατά καιρούς, διακρίνω πως ήταν μεγαλύτερη η καλλιτεχνική επιρροή που δέχθηκες από τον πατριό σου, Βύρωνα Πάλλη, σε σχέση με τη μητέρα σου, Αφροδίτη Γρηγοριάδου.
Ο Βύρων ήταν ένα είδος παιδαγωγού για μένα. Ήταν πολύ καλλιεργημένος άνθρωπος, μιλούσε πολύ καλά ελληνικά και μας παρότρυνε, κι εμένα και το γιο του από προηγούμενο γάμο του, να εμβαθύνουμε στη γλώσσα, να αποκτήσουμε όπλα και γνώσεις. Επίσης, ήταν κινητή βιβλιοθήκη από άποψη γενικής μόρφωσης και απολαυστικός στη διήγηση ιστοριών από το θέατρο. Η μητέρα μου ήταν πιο εσωστρεφής άνθρωπος και πιο συγκεντρωμένη στον εαυτό της. Είχε την ατυχία να είναι η τρίτη κόρη μιας μητέρας που ήρθε πρόσφυγας από τη Ρωσία στην Ελλάδα με το σύζυγο της, αλλά ο πάππους μου πέθανε πολύ γρήγορα, από φυματίωση, στην Κατοχή. Έτσι, αυτή η γυναίκα έμεινε μόνη να μεγαλώνει τρία κορίτσια σε πολύ σκληρές συνθήκες. Η μητέρα μου είχε πάντα τη σκιά του παιδιού που μεγάλωσε χωρίς πατέρα και με μια μητέρα που ήταν μαχήτρια. Η γιαγιά μου δούλευε υφαντρια στο εργοστάσιο του Καρέλλα. Οι ρίζες μου είναι ποικίλες, κι αυτό είναι η κληρονομιά μου, το προικιό μου. Από τη μια η σχέση με τους ανθρώπους του μεροκάματου, γιατί εμένα με μεγάλωσε η γιαγιά στην πραγματικότητα -η μητέρα μου με απόκτησε πολύ νέα – στα 22 της-, η οποία είχε σε υψηλό βαθμό την αίσθηση της αξιοπρέπειας, του δίκαιου και του τίμιου, και, από την ο Βύρων, που ήταν ένας αστός, με γονείς από την Αλεξάνδρεια του ελληνικού αστισμού της κουλτούρας.
Τον Βύρωνα τον θεωρούσες πατέρα σου; Όχι, παρότι ο πατέρας μου έλειπε από τη ζωή μου. Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν 2 χρονών περίπου. Ήταν πολύ φιλοσοφημένο ζόρι και ήταν ξεκάθαρο ποιος ήταν ο πατέρας, άσχετα αν τον έβλεπα σπάνια. Ο πατέρας μου έφυγε από την Ελλάδα και πήγε στη Νότια Αφρική όταν ήμουν 6 ετών, τον ξαναείδα όταν ήμουν 12 και μετά τον έβλεπα για μικρό χρονικό διάστημα, εκτός από το τέλος της ζωής του, όταν είχα την τύχη να είμαι στο πλευρό του.
Συμφιλιωθήκατε; Ναι, μου έκανε αυτό το δώρο η ζωή, και μπόρεσα να καλύψω αυτό το τραύμα μου, να του σταθώ στο τέλος ήταν μια απόφαση που πήρα μετά από σκέψη. Αυτό ένιωσα, το έκανα, και με λύτρωσε. Υπήρχαν φορές που μου έλεγαν πως δεν είχα υποχρέωση να σταθώ. Έκανα όμως αυτό που έλεγε η καρδιά μου και δεν το μετάνιωσα ποτέ.
Ποιοι είναι οικογένεια σου; Ο γιος μου.
Κάπως τα έχει φέρει η ζωή στην ζωή σου και είστε τρεις γενιές γυναίκες που μεγαλώσατε τα παιδιά σας μόνες.
Πολύ διαισθητικό αυτό. Αυτός ήταν και ο λόγος που αντιμετώπισα δύσκολα το πρώτο διαζύγιο, επειδή ακριβώς ένιωσα πως επιλαμβανόταν η ιστορία – λόγω του παιδιού καθαρά, για κανέναν άλλο λόγο. Το θέμα του παιδιού με πονούσε πολύ.
Πηγή Hello