Οι ομάδες υψηλού κινδύνου και οι πολίτες άνω των 50 ετών προσέρχονται καθημερινά στα εμβολιαστικά κέντρα για να λάβουν την τρίτη ενισχυτική δόση του εμβολίου κατά του κορονοϊού, όπως έχει συστήσει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, με τις αναμνηστικές δόσεις να ανέρχονται σε σχεδόν 15 χιλιάδες μέχρι στιγμής. Όμως, ποιοι είναι οι πολίτες που δεν χρειάζονται την τρίτη δόση, σύμφωνα με τους επιστήμονες;
Στην Ελλάδα, έχουν χορηγηθεί μέχρι σήμερα, 161.008 δόσεις εμβολίου για την επιπλέον ενίσχυση του ανοσοποιητικού σε όσους πολίτες δεν έχουν καταφέρει να έχουν επαρκή ανοσία και προστασία έναντι του κορονοϊού και σε ασθενείς που βρίσκονται σε ανοσοκαταστολή ή πάσχουν από υποκείμενα νοσήματα, κάτι που δεν τους επέτρεψε, επίσης, να αποκτήσουν επαρκή ανοσία.
Τρίτη ενισχυτική δόση εμβολίου έλαβε το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης (12/10), και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, δίνοντας ταυτόχρονα στους πολίτες το μήνυμα να μη διστάσουν να λάβουν την αναμνηστική δόση του εμβολίου, αν και είναι προαιρετική.
Ωστόσο, μια μεγάλη μερίδα πολιτών δεν θα χρειαστεί να λάβει την επιπλέον δόση. Αυτοί είναι όσοι έχουν νοσήσει και ξεπεράσει τη νόσο Covid-19 και έχουν κάνει στη συνέχεια και τουλάχιστον μία ακόμη δόση εμβολίου.
Η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου που προχώρησε σε σχετική ανακοίνωση την περασμένη Δευτέρα (11/10), εξηγεί στο iatropedia.gr γιατί οι επιστήμονες στην Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό έχουν λάβει αυτήν την απόφαση:
«Η νόσηση, όταν συνοδεύεται και από μία δόση εμβολίου, επιτυγχάνει καλή ανοσία και είναι εντάξει. Αυτά τα άτομα, δεν χρειάζεται να κάνουν τρίτη δόση εμβολίου. Μέχρι τώρα τα δεδομένα λένε ότι η φυσική ανοσία μπορεί να κρατάει έως και ένα χρόνο. Επομένως, αυτή η ανοσία αν έχει ενισχυθεί και με τη μία δόση εμβολίου, είναι διαρκείας. Μπορεί βέβαια αυτό σε ένα εξάμηνο να αναθεωρηθεί και να πούνε ότι πρέπει να γίνει και τρίτη δόση. Αυτό που λέμε, είναι ό,τι ισχύει με τα μέχρι τώρα δεδομένα», σημειώνει η καθηγήτρια κ. Θεοδωρίδου.
Θεοδωρίδου: Πολύ καλή ανοσία με μία μόνο δόση εμβολίου, όσοι έχουν νοσήσει
Η κυρία Θεοδωρίδου διευκρινίζει πως για τα άτομα που κόλλησαν Covid-19, ανεξάρτητα εάν είχαν κάνει πριν από τη νόσησή τους μία ή δύο δόσεις εμβολίου, θα χρειαστεί μετά από έξι μήνες να κάνουν εμβόλιο, όχι, όμως, και άλλη αναμνηστική δόση στη συνέχεια, καθώς έχουν πολύ καλή ανοσία. Και μάλιστα καλύτερα από όσους εμβολιάστηκαν μόνο, χωρίς να κολλήσουν Covid-19.
«Με τη σειρά των δύο εμβολίων μόνο, χωρίς νόσηση, φαίνεται ότι επιτυγχάνεται ανοσία ακόμη και ένα χρόνο. Γι’ αυτό λέμε η τρίτη δόση να γίνεται μετά από έξι μήνες και μέχρι ένα χρόνο. Μόνο η νόσηση, χωρίς εμβολιασμό, δίνει σίγουρα ανοσία έξι μήνες μέχρι και ένα χρόνο. Με νόσηση και ένα εμβόλιο σίγουρα έχουμε καλή ανοσία μέχρι και ίσως πάνω από ένα χρόνο, με τη ενίσχυση που δίνει το εμβόλιο. Μπορεί μεταγενέστερα να φτάσει πολύ περισσότερο, το οποίο δεν το ξέρουμε ακόμα, γιατί το εμβόλιο το έχουμε μόνο 10 μήνες», λέει η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών.
Η οδηγία αυτή ισχύει στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, αλλά και στις ΗΠΑ, όπου οι επιστήμονες ενημερώνουν τους πολίτες θα πρέπει να αισθάνονται ασφαλείς και να περιμένουν νεότερα επιστημονικά δεδομένα, για το πότε και εάν θα χρειαστούν ενισχυτική δόση.
Τι δείχνουν οι μελέτες ανά τον κόσμο
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, πολλές μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα που είχαν νοσήσει από Covid και είχαν εμβολιαστεί πλήρως (σύμφωνα με την παλαιότερη σύσταση), έχουν ισχυρή προστασία ακόμη και από τις μεταλλάξεις. Αυτό σημαίνει ότι πιθανόν δεν θα χρειαστούν ενισχυτική δόση του εμβολίου.
Περισσότερα επιστημονικά δεδομένα, ωστόσο, να την αξιολόγηση του θέματος της τρίτης δόσης, υπάρχουν για τα άτομα που είχαν νοσήσει και ακολούθως εμβολιάστηκαν, παρά για εκείνους που εμβολιάστηκαν και μετά νόσησαν.
Οι περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι όποιος νοσεί από Covid-19, έχει σχεδόν την ίδια προστασία που θα είχε αν εμβολιαζόταν. Όπως λένε οι ειδικοί, η μία δόση του εμβολίου όπως και η μόλυνση, ωθεί το ανοσοποιητικό σύστημα να παράγει αντισώματα, (Β-κύτταρα και Τ-κύτταρα), τα οποία θωρακίζουν τον οργανισμό από μια πιθανή εισβολή του ιού στο μέλλον.
«Αυτοί που μολύνθηκαν και ακολούθως εμβολιάστηκαν, μόλις κέρδισαν το παιχνίδι», δήλωσε ο δρ Πολ Οφιτ, μέλος της συμβουλευτικής ομάδας για τα εμβόλια της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ.
Σημειώνει δε, ότι η ισχυρή προστασία που παρέχει ο συνδυασμός μόλυνσης και εμβολιασμού δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν θα χρειαστούν ενισχυτική δόση στο μέλλον. Αυτό είναι κάτι που θα φανεί από τις μελέτες που θα γίνουν αργότερα.
Πάντως, μπορεί οι επιστήμονες να προτείνουν να μην γίνεται ενισχυτικό εμβόλιο σε όσους μολύνθηκαν τους τελευταίους έξι μήνες, ωστόσο, άλλη έρευνα στις ΗΠΑ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όσοι έχουν νοσήσει από κορονοϊό και ακολούθως έκαναν δύο δόσεις του εμβολίου, ανέπτυξαν ένα τύπο «υπερανοσίας».
Πηγή: iatropedia.gr / Ρεπορτάζ: Γιάννα Σουλάκη