Ποινή ισόβιας κάθειρξης για τον 59χρονο Κώστα Γιάγκου για το ξεκλήρισμα της οικογένειάς του στο χωριό Εργάτες της Λευκωσίας, στις 11 Φεβρουαρίου του 2021.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας τον έκρινε ένοχο στις κατηγορίες που αφορούν τους εκ προμελέτης φόνους της 52χρονης συζύγου του Ανδρούλας Αβραξίδου και του 20χρονου γιου του Στέλιου Γιάγκου. Το τριμελές δικαστικό σώμα τον έκρινε ένοχο και στην κατηγορία της απόπειρας φόνου σε βάρος του 26χρονου γιου του που ευτυχώς κατάφερε να γλυτώσει από τη δολοφονική μανία του πατέρα του.
Η εν λόγω ετυμηγορία προκαλεί γενικότερα αίσθηση, ενώ θεωρείται ως μεγάλη επιτυχία για τους αξιωματούχους της Νομικής Υπηρεσίας, αλλά και τον εκπρόσωπο της κατηγορούσας Αρχής στην υπόθεση, Ανδρέα Αριστείδη.
Ο λόγος είναι ότι ο 59χρονος αντιμετώπιζε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Μάλιστα, ο κατηγορούμενος στις 28 Αυγούστου του 1976 και όταν ήταν σε ηλικία 15 χρονών είχε αφαιρέσει τη ζωή της 10χρονης ανιψιάς του μαχαιρώνοντάς την 17 φορές. Κατά συνέπεια, η γραμμή που ακολουθήθηκε από τη Γενική Εισαγγελία, εμπεριέκλειε κινδύνους.
Ωστόσο, το Μόνιμο Κακουργιοδικείο εν τέλει πείστηκε από τη μαρτυρία που παρουσίασε η κατηγορούσα Αρχή ότι ο δράστης λειτουργούσε εν πλήρει συνειδήσει και εκ προθέσεως όταν αποφάσισε να σκοτώσει την οικογένειά του.
Από τη στιγμή που ο Κώστας Γιάγκου κρίθηκε ένοχος στις κατηγορίες του φόνου εκ προμελέτης της 52χρονης συζύγου του και 20χρονου γιου του, θεωρείται δεδομένο πως θα του επιβληθεί δις η ποινή των ισόβιων δεσμών, βάσει και του ποινικού κώδικα. Σε ό,τι αφορά την κατηγορία της απόπειρας φόνου του άλλου γιου, που ήταν και ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη του πατέρα του, ο συνήγορος υπεράσπισης θα αγορεύσει αύριο για μετριασμό της ποινής του πελάτη του. Ωστόσο, πλέον το θέμα είναι τυπικό.
Εδώ να σημειωθεί ότι σε ακροαματική διαδικασία τον περασμένο Δεκέμβριο ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας Αρχής, Ανδρέας Αριστείδης, είχε εξετάσει τον ψυχίατρο του Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας.
Ο τελευταίος λίγο μετά τη σύλληψη του 59χρονου φερόμενου δράστη, τον είχε υποβάλει σε εξετάσεις και κλήθηκε να γνωματεύσει αναφορικά με την κατάσταση της ψυχικής του υγείας. Απαντώντας στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν και αποσκοπούσαν στο να μεταφέρει ενώπιον του Δικαστηρίου τα ευρήματά του, είχε πει ότι ο δράστης δεν είχε παραληρηματικές ιδέες και ακουστικές ψευδαισθήσεις. Διατύπωσε μάλιστα τη θέση ότι από το 1996 που ο κατηγορούμενος είχε νοσηλευτεί για τελευταία φορά, η κατάστασή του ήταν σταθεροποιημένη.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την χθεσινή ετυμηγορία του, το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας (Στ. Σταύρου, Π.Ε.Δ., Χρ. Παρπόττα, Α.Ε.Δ., Α. Πανταζή-Λάμπρου, Ε.Δ.) πείστηκε ότι ο 59χρονος είχε προμελετήσει το έγκλημα. Μεταξύ άλλων, στην έκτασης 42 σελίδων απόφαση σημειώνεται: «Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής, κ. Αριστείδης, στην εμπεριστατωμένη αγόρευσή του, παραπέμπει σε αγγλική νομολογία όπου εξηγείται ο τρόπος με τον οποίο το Δικαστήριο θα πρέπει να προσεγγίζει το ζήτημα της ’μειωμένης ευθύνης’ σε υποθέσεις φόνου. Προκύπτει ουσιαστικά ότι πέραν της κατάδειξης δυσλειτουργίας του μυαλού (το οποίο είναι ιατρικό θέμα) θα πρέπει να καταδειχθεί ότι η δυσλειτουργία αυτή εξασθένησε ουσιωδώς (substantially impaired) την ικανότητα του κατηγορούμενου να αντιλαμβάνεται τις πράξεις του και να ασκεί αυτοέλεγχο, ζήτημα το οποίο είναι για το Δικαστήριο να κρίνει, αφού λάβει υπόψη το σύνολο της μαρτυρίας, ιατρικής και πραγματικής».
Γενικότερα, στην απόφαση χρησιμοποιούνται δυνατές εκφράσεις με τις οποίες αποδίδεται και η σοβαρότητα του εγκλήματος. Γίνεται λόγος, ανάμεσα σ΄ άλλα- για «φρικτά ανοσιουργήματα», ενώ στον πρόλογο, το δικαστήριο αναφέρει τα ακόλουθα: «Όσον απίστευτο και αν φαντάζει, ο κατηγορούμενος της παρούσας υπόθεσης επιχείρησε να ξεκληρίσει μια ολόκληρη οικογένεια. Τη δική του οικογένεια. Τα κατάφερε κατά τα 2/3, μαχαιρώνοντας μέχρι θανάτου τη σύζυγο του Ανδρούλα και τον μικρότερο του γιο, Στέλιο. Τον μεγαλύτερο του γιο, τον Χαράλαμπο, επιχείρησε να τον σκοτώσει σε δύο περιπτώσεις. Πρώτα, σφίγγοντας ένα σύρμα γύρω από τον λαιμό του για να τον πνίξει. Η προσπάθεια αυτή απέτυχε, αφού ο Χαράλαμπος κατάφερε ευτυχώς να του ξεφύγει. Λίγο αργότερα επανήλθε και με το ίδιο μαχαίρι, με το οποίο είχε σκοτώσει τους άλλους, κτύπησε στο λαιμό και αυτόν. Ο Χαράλαμπος όμως και πάλι του ξέφυγε, γλυτώνοντας κυριολεκτικά, όχι μια, αλλά δύο φορές από του χάρου τα δόντια».
Πηγή: Φιλελεύθερος