Το μεσημέρι της 22ας Αυγούστου 1911 οι Γάλλοι πάγωσαν όταν πληροφορήθηκαν ότι το αινιγματικό χαμόγελο της Μόνα Λίσα είχε κλαπεί από το Λούβρο. Οι πόρτες του Μουσείου σφραγίστηκαν, τα σύνορα της Γαλλίας έκλεισαν και την υπόθεση ανέλαβε η αστυνομία. Ωστόσο, πέρασαν δύο χρόνια μέχρι να βρουν τον διάσημο πίνακα του Λεονάρντο ντα Βίντσι και να τον επιστρέψουν στη θέση τους.
Ο ληστής ήταν ένας Ιταλός ξυλουργός που δούλευε στο Λούβρο, ο Βιτσέντζο Περούτζια. Κατά τη διάρκεια της μέρας κρύφτηκε σε μία ντουλάπα του μουσείου και τη νύχτα που έλειπαν όλοι βγήκε από την κρυψώνα του, έβγαλε τον πίνακα από την κορνίζα, έκρυψε τον καμβά στο παλτό του και εξαφανίστηκε. Στη συνέχεια, πήρε το πρώτο τρένο από το Παρίσι και έφτασε στην Ιταλία. Ωστόσο, δεν κατάφερε ποτέ να πουλήσει την περιβόητη Τζοκόντα λόγω της διεθνούς αναγνωρισιμότητάς της.
Ο Περούτζια επέστρεψε στο Παρίσι και έκρυψε τον πίνακα για δύο περίπου χρόνια. Το 1913, έστειλε ένα γράμμα στον Ιταλό γκαλερίστα Αλφρέντο Τζέρι με το ψευδώνυμο Λεονάρντο Βιτσέντσο, γράφοντας του πως έχει την Μόνα Λίσα και σκοπεύει να τη χαρίσει στην Ιταλία έναντι γενναίας αμοιβής. Ο Τζέρι, όμως, παγίδευσε τον Περούτζια ο οποίος συνελήφθη και εξέτισε επτάμηνη φυλάκιση.