Στα 50 του χρόνια νικημένος από τον καρκίνο “έφυγε” από τη ζωή ο Δημήτρης Γιαμλόγλου. Το δυσάρεστο γεγονός έκανε γνωστό μέσω του Facebook ο θεατρικός συγγραφέας Θανάσης Τριαρίδης.
Ο Δημήτρης Γιαμλόγλου υπήρξε σκηνοθέτης και δείγμα της δουλειάς του στο θέατρο είναι οι παραστάσεις Lacrimosa ή το Απέπρωτο (2016), Παιχνίδια ή ένα φερμουάρ που έχει κολλήσει (2016), La Ultima Noche ή Οι Καρχαρίες (2013).Στην τηλεόραση συμμετείχε στη σειρά Το Κόκκινο Ποτάμι – η συνέχεια (2022).
Ειδικότερα, μέσα από μια μακροσκελή τρυφερή ανάρτηση, ο κ. Τριαρίδης σημείωσε χαρακτηριστικά τα εξής. «Πριν από λίγο οι γιατροί της εντατικής του Βουγιουκλάκειου Θεραπευτηρίου μάς ενημέρωσαν πως έφυγε ο Δημήτρης ο Γιαμλόγλου. Το πιστοποιητικό θανάτου του θα γράφει πως ήταν μόλις 50 χρονών και πως πέθανε εξαιτίας ενός βαρύτατου μεταστατικού καρκίνου που ο ίδιος τον έμαθε εδώ και τέσσερις μήνες».
«Τα πιστοποιητικά θανάτου λένε ψέματα. Αν η ζωή μετριέται με την φιλία, με την αγάπη, με τον έρωτα, με την αλληλεγγύη και την συμπαράσταση, με την δημιουργία, με την αδιάκοπη γιορτή της συνύπαρξης, ο Δημήτρης έζησε χίλιες ζωές. Ποτέ μου δεν συνάντησα κάποιον σαν κι αυτόν – ούτε και μπορώ να τον περιγράψω με λέξεις. Κανένας δεν αγάπησε τόσο άδολα και με τόση δοτική καλοσύνη τους ανθρώπους όπως αυτός – και σε κανέναν δεν αντιγυρίστηκε τόση αγάπη. Σκηνοθέτησε ταινίες, θεατρικά έργα, τηλεοπτικές σειρές, έγραψε κάθε λογής σενάρια, δούλεψε σε εκατοντάδες άλλες ταινίες και σε δεκάδες σήριαλ, υπήρξε ο πιο ενεργός ακτιβιστής και ο πιο ενεργός αιμοδότης – και συνάμα χόρεψε, ήπιε, φλέρταρε, αγάπησε, και ξημέρωσε την ανατολή του ήλιου περισσότερες φορές από κάθε άλλον άνθρωπο του κόσμου. Το πιο σημαντικό: όλα αυτά τα έκανε ενώνοντας τους ανθρώπους – δίνοντας τους νόημα και δεσμό».
«Έζησα 29 χρόνια με τον Δημήτρη: ήμασταν μαζί στους μαχαλάδες των τσιγγάνων της Σαλονίκης, μαζί και στο Δίκτυο των Εθελοντών Αιμοπεταλιοδοτών, υπήρξαμε συγκάτοικοι στην Αθήνα, κάναμε μαζί παραστάσεις (χάρη σε αυτόν βγήκα στο θέατρο) και ταινίες – και φυσικά αναρίθμητα σχέδια και ατέλειωτα όνειρα για το μέλλον. Μα από όλα πιο πολύ ο Δημήτρης ήταν και είναι και θα είναι για μένα μια ταυτότητα: ήμουν φίλος του, άρα ανήκα στην τρομερή και αράγιστη κοινότητα των δικών του – που συχνά δεν γνωρίζαμε ο ένας τον άλλο μα ξέραμε πως είμαστε αδέλφια καθώς εκείνος μας ένωσε για πάντα».
«Και θέλω να το πω: Ο Δημήτρης έζησε μια υπέροχη ζωή – την πιο υπέροχη ζωή που μπορούσε να υπάρξει στη Γη. Και την ζωή αυτή μάς την μοίρασε δίχως να κρατήσει για τον εαυτό του το παραμικρό. Και τώρα που έφυγε θα ήθελε να κάνουμε ό,τι κι αυτός: Να αγαπούμε δίχως να κρατάμε καβάντζες, να ερωτευόμαστε ασταμάτητα, να στεκόμαστε δίπλα στους κατατρεγμένους (όπως ο ίδιος έκανε μέχρι το τέλος), να χορεύουμε όλοι μαζί στην μεγάλη γιορτή. Πριν είκοσι μέρες μου το είπε στο τηλέφωνο: «Άμα είναι να πεθάνω, να μου το πεις – για να κάνουμε το πάρτι».
«Σε μια από τις επόμενες μέρες το σώμα του Δημήτρη θα καεί στο Αποτεφρωτήριο της Ριτσώνας. Λέμε να ακουστεί το τραγούδι «What a Life» που τόσο του άρεζε και τόσο όμορφα χόρευε τα τελευταία χρόνια – ιδίως τις πρωινές ώρες. Κατόπιν θα αρχίσει το πάρτι – όπως θα το ήθελε ο ίδιος. Πρώτα στο «Έλα να σου πω» και κατόπιν στο σπίτι του – για να γκρεμίσουμε τους τοίχους. Κι αν δείτε κάποιον από εμάς να κλαίει, μην μας παρεξηγήσετε: Θα είναι δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης για την σπάνια τύχη μας, για τον Δημήτρη μας, για το μεγάλο δώρο της ζωής μας» καταλήγει ο Θανάσης Τριαρίδης.