Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα συγγραφέας, δημοσιογράφος και πρώην πολιτικός, τιμημένος με Νόμπελ το 2010 και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας από το 2021, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους πεζογράφους της γενιάς του και ένας από τους κορυφαίους της Λατινικής Αμερικής.
Τον θάνατό του ανακοίνωσαν τα παιδιά του Άλβαρο, Γκονζάλο και Μοργκάνα Βάργκας Λιόσα. «Απεβίωσε ειρηνικά στο σπίτι του στη Λίμα περιτριγυρισμένος από τα μέλη της οικογένειάς του», ανέφεραν. Και πρόσθεσαν: «Ο θάνατός του γεμίζει θλίψη τους συγγενείς, τους φίλους και τους αναγνώστες του σε όλο τον κόσμο αλλά ελπίζουμε ότι όλοι θα παρηγορηθούν, όπως και εμείς, από το γεγονός ότι απήλαυσε μια μακρά ζωή, περιπετειώδη και γόνιμη, αφήνει πίσω του το έργο του που θα ζήσει πολύ μετά από αυτόν».
Σε μια συγγραφική διαδρομή που διήρκεσε περισσότερα από 50 χρόνια, ο Βάργκας Λιόσα χαρτογράφησε την εξουσία και τη διαφθορά σε μια σειρά μυθιστορημάτων, όπως «Η γιορτή του Τράγου», «Το πράσινο σπίτι», «Η πόλη και τα σκυλιά».
Ζώντας μια ζωή που ήταν τόσο έντονη και πολύχρωμη όσο η μυθοπλασία του, ο Βάργκας Λιόσα έκανε το 1990 μια αποτυχημένη προσπάθεια να εκλεγεί πρόεδρος του Περού, ενώ στην ιστορία έχει μείνει η κόντρα του με τον Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες.
Το 2010 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας για «τη χαρτογράφηση των δομών της εξουσίας και τις αιχμηρές εικόνες της αντίστασης, της ανταρσίας και της ήττας του ατόμου».
Γεννημένος στην πόλη Αρεκίπα του Περού το 1936, ο Βάργκας Λιόσα άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος με ειδίκσευση στο αστυνομικό ρεπορτάζ όταν ήταν μόλις 15 ετών. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το έσκασε με την 32χρονη εξ αγχειστείας θεία του, Χούλια Ουρκίντι, μια φυγή που ο πατέρας του αποκάλεσε «αντρίκια πράξη» και που ο ίδιος αποτύπωσε αργότερα στο μυθιστόρημά του Η θεία Χούλια και ο γραφιάς (μτφρ. Μαργαρίτα Μπονάτσου, Καστανιώτης, 2013).
Ένα ταξίδι στο Παρίσι το 1958 ήταν η αρχή μιας ζωής 16 ετών στο εξωτερικό. Έζησε στη Μαδρίτη, τη Βαρκελώνη και το Λονδίνο καθώς και στη γαλλική πρωτεύουσα. Αλλά, ενώ εργαζόταν ως δημοσιογράφος, ραδιοτηλεοπτικός παραγωγός και δάσκαλος, ο Βάργκας Λιόσα άρχισε να επιστρέφει στην πατρίδα του μέσα από τη μυθοπλασία.
Το πρώτο του μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 1963 στην Ισπανία. Η ιστορία μιας δολοφονίας στη στρατιωτική ακαδημία Leoncio Prado – όπου ο Βάργκας Λιόσα πέρασε δύο χρόνια ως έφηβος – και η επακόλουθη συγκάλυψη θεωρήθηκε τόσο συγκλονιστική στο Περού και προκάλεσε τόσο έντονες αντιδράσεις που λέγεται ότι 1.000 αντίτυπα κάηκαν μέσα στον περίβολο της Σχολής.
Ο Βάργκας Γιόσα βρέθηκε στο επίκεντρο της άνθησης στη λογοτεχνία της Λατινικής Αμερικής δίπλα σε συγγραφείς όπως ο Χούλιο Κορτάσαρ, ο Κάρλος Φουέντες και ο Μάρκες. Η μελέτη του 1971, Garcia Márquez: Story of a Deicide, έφερε τη λογοτεχνία του νέου κόσμου σε συνομιλία με τον παλιό, αλλά η φιλία του με τον Μεξικανό μυθιστοριογράφο δεν μακροημέρευσε. Όταν ο Μάρκες χαιρέτησε τον Βάργκας Λιόσα έξω από έναν κινηματογράφο στην Πόλη του Μεξικού το 1976, δέχτηκε μια γροθιά στο πρόσωπο ως απάντηση. Μιλώντας σε εκδήλωση στη Μαδρίτη, τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Μάρκες το 2014, ο Βάργκας Λιόσα είπε ότι λυπήθηκε όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο του πρώην φίλου του, αλλά αρνήθηκε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για τους λόγους της διαμάχης. «Προχωράμε προς επικίνδυνο έδαφος», είπε. «Ήρθε η ώρα να βάλουμε ένα τέλος σε αυτή τη συζήτηση».
Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα «Η πόλη και τα σκυλιά» (μτφρ. Αγγελική Αλεξοπούλου, 1999) «Μια ιστορία για τον Μάυτα» (μτφρ. Αγγελική Αλεξοπούλου, 1997), «Τα τετράδια του δον Ριγοβέρτο» (μτφρ. Βιβή Φωτοπούλου, 2001), Η γιορτή του Τράγου (μτφρ. Αγγελική Αλεξοπούλου, 2002), «Το Πράσινο Σπίτι» (μτφρ. Κατερίνα Τζωρίδου, 2005), «Ο Παράδεισος στην άλλη γωνία» (μτφρ. Κώστας Αθανασίου, 2006), «Το παλιοκόριτσο» (μτφρ. Μαργαρίτα Μπονάτσου, 2007), «Ο άνθρωπος που έλεγε ιστορίες» (μτφρ. Τατιάνα Ραπακούλια, 2010), «Το όνειρο του Κέλτη» (μτφρ. Μαργαρίτα Μπονάτσου, 2011).
Κυκλοφορούν επίσης τα διηγήματα «Οι αρχηγοί / Τα αντράκια» (μτφρ. Τατιάνα Ραπακούλια, 2012), η αυτοβιογραφία του «Το ψάρι στο νερό» (μτφρ. Λήδα Παλλαντίου, 1999), καθώς και το δοκίμιό του «Επιστολές σ’ ένα νέο συγγραφέα» (μτφρ. Μαργαρίτα Μπονάτσου, 2001).