Η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για ένα τυποποιημένο ευρωπαϊκό πιστοποιητικό εμβολιασμών άνοιξε τη συζήτηση», αναφέρει σε δήλωσή του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Χρήστος Ταραντίλης, προσθέτοντας πως μετά τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη των ηγετών της ΕΕ και την πρόταση του Έλληνα πρωθυπουργού, «εξετάζονται τα τεχνικά χαρακτηριστικά του πιστοποιητικού και το εύρος χρήσης του».
Ο κ. Ταραντίλης επικαλείται σχετικά τη δήλωση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, σύμφωνα με την οποία «οι ηγέτες συμφώνησαν να εργαστούν για τη δημιουργία ενός τυποποιημένου και διαλειτουργικού πιστοποιητικού εμβολιασμού για ιατρικούς λόγους. Οι ηγέτες θα καθορίσουν σε επόμενο διάστημα σε ποιες περιπτώσεις θα χρησιμοποιείται αυτό το πιστοποιητικό».
Έτσι, συνεχίζει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, «ο ΣΥΡΙΖΑ βιάστηκε ξανά να καταγγείλει τον πρωθυπουργό, αγνοώντας την πραγματικότητα, για μια πρόταση που αναπόφευκτα θα απασχολήσει την Ευρώπη, είναι σαφέστατα υπέρ των συμφερόντων της χώρας και θα βοηθήσει ιδιαίτερα τον τουριστικό κλάδο.
Τι έχει να πει στους ανθρώπους του τουρισμού το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκτός του να καταγγέλλει και να μοιράζει υποσχέσεις; Το “όχι σε όλα” για κάθε πρωτοβουλία της κυβέρνησης και το “ναι σε όλα” για μικροπολιτικά οφέλη δεν αποτελούν πρακτικές υπεύθυνης αντιπολίτευσης», καταλήγει ο κ. Ταραντίλης.
Νωρίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ σχολίασε με σκωπτικό τρόπο τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ.
Στην ανακοίνωσή της η Κουμουνδούρου αναφέρει:
«Ο κύριος Μητσοτάκης και η Κυβέρνησή του αντί να αποφασίσουν να δώσουν μια μάχη για την έγκαιρη επάρκεια εμβολίων, την εξασφάλιση της πατέντας ώστε να παραχθεί μαζικά και γρήγορα το εμβόλιο και να μην κρέμεται όλος ο ευρωπαϊκός πληθυσμός από το πλάνο παραγωγής τριών βιομηχανιών, επέλεξε να κάνει απλά μια κίνηση εντυπωσιασμού, μόνο και μόνο για να ακουστεί ότι κάτι έκανε».
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει ότι:
«Το ευρωπαϊκό συμβούλιο απέρριψε την καταφανώς προβληματική από πλευράς θεμελιωδών δικαιωμάτων πρότασή του και το μόνο που του μένει είναι ένα ακόμη πιστοποιητικό επιπολαιότητας και πολιτικής ανικανότητας». / APE